✍️ Δημήτρης Χριστοδούλου
🎼🎹 Λίνος Κόκοτος
🎤Νίκος Ξυλούρης
Γεννήθηκα σε μια στιγμή
του κόσμου και βαδίζω
για μια μεγάλη χαραυγή
και πίσω δεν γυρίζω
Μια φορά στον κόσμο ήρθα
δυο φορές μ αρνήθηκαν
και όταν είπα την αλήθεια
όλοι οι δρόμοι κλείστηκαν
Μια φορά στον κόσμο ήρθα
δυο φορές μ αρνήθηκαν
και όταν είπα την αλήθεια
όλοι οι δρόμοι κλείστηκαν
Γεννήθηκα και ήταν πρωί
μα έζησα την νύχτα
άλλα μου είπαν οι θεοί
και άλλα στο κόσμο βρήκα
Μια φορά στον κόσμο ήρθα
δυο φορές μ αρνήθηκαν
και όταν είπα την αλήθεια
όλοι οι δρόμοι κλείστηκαν
Μια φορά στον κόσμο ήρθα
δυο φορές μ αρνήθηκαν
και όταν είπα την αλήθεια
όλοι οι δρόμοι κλείστηκαν
( ήταν το παρατσούκλι που τούχανε κολλήσει γιατί , καταπώς λέγαν οι παλιοί , ο πατέρας του εσκότωνε τσί Τούρκους σαν τα ψάρια ). μα αγαπητή σ ΄όλο το χωριό . Σ ΄αυτή τη γωνιά της γής ο Νίκος κάνει τα πρώτα του βήματα . Τις νύχτες νανουρίζεται με τους ήχους λύρας που παίζει γι αυτόν ο παππούς του , πρώτος λυράρης στο χωριό , και τις μαντινάδες που του τραγουδά η μάνα του .
✍️#Κώστας_Γεωργουσόπουλος ✝️(Κ.Χ Μύρης)
🎹🎼#Γιάννης_Μαρκόπουλος✝️
🎤#Νίκος_Ξυλούρης
Στα πίσω χρόνια τα πικρά
οπού φωτιά δεν είχε
ο κόσμος στις βαθιές σπηλιές
τ’ αλέτρι δεν κατείχε.
Μα μιαν αυγή, μια Κυριακή
μια `πίσημον ημέρα
γεμίσανε τα φυσερά
λυτρωτικόν αέρα.
Κατέβηκεν ο Γίγαντας
μ’ ένα δαδί στο χέρι
έριξε φώτα στις σπηλιές
και χάρηκε τ’ ασκέρι.
Πήραν φωτιά τα σύδεντρα
τα σίδερα ελυγίσαν
η γης οργώθηκε καλά
και τα φυτά εκαρπίσαν.
Πρωί πρωί τον πιάσανε
το γίγαντα και πάνε
στον Καύκασο ξημέρωνε
τρία πουλιά περνάνε.
Πουλιά μου διαβατάρικα
τι βλέπετε στις στράτες,
τι κουβαλάει ο γίγαντας
στις σιδερένιες πλάτες;
Μπροστά πηγαίνει ο σιδεράς
με το σφυρί στο χέρι,
ξωπίσω του ο κλειδαράς
της μοναξιάς του ταίρι.
Ο πιο μικρός ο πιο σκυφτός
ο πιο σκληρός στο πλάι
αυτός κρατάει τα σύνεργα
γελάει μα δε μιλάει.
Καρφώσανε το γίγαντα
στο βράχο του Καυκάσου
τρία πουλάκια πέρασαν
και του `λεγαν: Στοχάσου.
« Και ποιός μωρέ σε παίρνει εσένα στη δούλεψή του τόσο μικρός πού ΄σαι »
Τα μικρότερα παιδιά τον λατρεύουν γιατί είναι ο μόνος που δεν τα ΄αποδιώχνει .
Τους δίνει ό , τι έχει και τα βάζει και τραγουδούν μαζί του . Μόλις βγαίνει από την πόρτα τον παίρνουν το κατόπι .
« ΄Ετσι του κολλήσαμε τα παρατσούκλι η κλωσού . Και του έμεινε μέχρι που μεγάλωσε . Ακόμη και τώρα , φτασμένος πια , όταν ερχόταν να μας δει έτσι τον φωνάζαμε »
Μπαίνουν στην αντίσταση κατά του κατακτητή . Αρχηγόςο θείος του Νίκου , καπετάν Μιχάλης ,γνωστός για την απαγωγή του Κράιπερ .
Και τούτη η κατσιφάρα ;
Kαι γιάντα φεύγουν τα πουλιά κι ανατριχιούν τα δάση;
Οι Γερμανοί πλακώσανε κι ουρανοκατεβαίνουν
με μηχανές και με φωθιά την Κρήτη πλημμυρίσαν .
Με την καταστροφή του χωριού τα γυναικόπαιδα μεταφέρονται από τους Γερμανούς στο Μυλοπόταμο . Πρόσφυγες σε ξένο τόπο οι Ανωγειανοί προσπαθούν να επιβιώσουν . Πολλοί χάνονται απ ΄ την πείνα και τις αρρώστιες . ΄Αλλοι σκοτώνονται στα βουνά . Οι γυναίκες βάφουν τα ρούχα μαύρα .
Ευαίσθητη η ψυχή του Νίκου , σημαδεύεται για πάντα . Το κλείσιμο στο σπίτι , οι περιορισμοί , η μπότα του κατακτητή έξω από την πόρτα .
Παλικαράκι πιά στην Τρίτη τάξη ο Νίκος , παρακαλεί τους δικούς του να του πάρουν μια λύρα και να τον αφήσουν να συνεχίσει τη δουλειά του παππού . Ο Ψαρογιώργης είναι ανένδοτος .
« Δεν θα τον κάνω λυράρη . Σαν δεν τα άρέσουν τα γράμματα κάλλιο το ΄χω να πάει στα πρόβατα . ΄Αλλά όχι μουζικάντης να γυρίζει από δω κι από κει ».
Στην τάξη , όπως οι περισσότεροι μαθητές την εποχή εκείνη , δεν σηκώνει ποτέ το χέρι .
« Τελευταίος ερχόταν στο σχολειό ο Νικόλας και πρώτος έφευγε , θυμούνται οι φίλοι του . ΄Οση ώρα κρατούσε το μάθημα εκείνος κοίταγε έξω απ ΄το παράθυρο .Καμιά φορά του λέγαμε : « Σαν το μάθει ο κύρης σου θα σε τιμωρήσει » . Κι αυτός γελούσε . « Γιάντα μωρέ , κακό είναι να κοιτώ έξω ; »
« Εσένανε μωρέ Ξυλούρη δεν σε κλαίω . Ξέρεις και τραγουδείς ! »
Στις σχολικές γιορτές όλος ο κόσμος πηγαίνει ν ακούσει του Ψαράκη το κοπέλι . Κι εκείνος όλο και παρακαλεί ΄ « Πάρτε μου μια λύρα ».
Είδαν κι απόειδαν οι δικοί του , βοήθησε κι ο δάσκαλος .
« Μην το πιέζετε το κοπέλι . Πάρτε του τη λύρα και βγάλτε το από το σχολείο , δεν θα χαθεί .» ΄Ηταν ο πρώτος άνθρωπος που πίστεψε στο ταλέντο του . Κι όταν ύστερα από χρόνια ο μαθητής έγινε γνωστός , ένιωθε περήφανος γι ΄αυτόν .