Παρασκευή 17 Μαρτίου 2017

«Νικόλας Άσιμος. Ουχί Νίκος ουδέ Νικόλαος. Νικόλας και το "Άσιμος" με γιώτα»


«Κάποτε θα με διαβάσεις ίσως, θ’ ακούσεις τα τραγούδια μου, θα με κατανοήσεις.
Αλλά δεν θάμαι πια εγώ. Θα’ ναι αυτή η μάσκα που φορούν στους πεθαμένους. Όσους τους χρησιμοποιούν μετά το θάνατο τους, όταν οι ίδιοι δεν υπάρχουν.
Όσο υπήρχα με φοβόσουν.
Όσο υπήρχα δεν με άντεχες.
Δεν είχες καν τη δύναμη να μείνεις ένα δευτερόλεπτο κοντά, άμα στο ζητούσα.
Θα προτιμούσα να μη με διάβαζες ποτέ.
Είναι καλύτερο ν’ αγοράσεις ή να κλέψεις ένα μπλουζάκι με την φάτσα μου επάνω τυπωμένη.
Κι ας σου φαίνεται γέλιο.
Κι ας μου φαινόταν γελοίο».
Από το «Αναζητώντας Κροκανθρώπους»
 Λάδια σε χαρτί και κολλάζ
του Γιώργου Μικάλεφ
Κείμενο του Μηνά Κωνσταντίνου


Η 17η Μαρτίου του 1988 ήταν η ημέρα που ο Νικόλας Άσιμος αποφάσισε να βάλει τέλος στη ζωή του. Η κατηγορία του βιασμού που τον στιγμάτισε, ήρθε λίγο μετά από μία βίαιη περιπέτεια, που με την παρέμβαση των φίλων του, από θαύμα δεν βρέθηκε έγκλειστος σε ψυχοθεραπευτική κλινική. Το ίδιο κοντά βρέθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού, καταφέρνοντας να μείνει εκτός καταβάλλοντας χρηματική εγγύηση.

Το βάρος της κατηγορίας του βιασμού, ωστόσο, αποδείχτηκε αβάστακτο για τον Άσιμο, που μετά από δύο ανεπιτυχείς απόπειρες, κρεμάστηκε τελικά στον «Χώρο Προετοιμασίας», το σπίτι του στην οδό Καλλιδρομίου στα Εξάρχεια.

Το πραγματικό του όνομα ήταν Νικόλαος Ασημακόπουλος και γεννήθηκε στις 20 Αυγούστου του 1949. Σχολείο πήγε στην Κοζάνη, επιδεικνύοντας σημαντική κλήση στον αθλητισμό με σημαντικές επιδόσεις στο άλμα εις ύψος στους μαθητικούς αγώνες, χωρίς τελικά να προχωρήσει περαιτέρω η ενασχόλησή του.

Σε ηλικία 18 ετών βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη για να σπουδάσει στο Νεοελληνικό Τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής, με στόχο του να περάσει στο τμήμα της Δημοσιογραφίας. Με την οποία τελικά θα ασχοληθεί ερασιτεχνικά, αφήνοντάς του το ψευδώνυμο Άσιμος το οποίο θα τον ακολουθούσε μέχρι το θάνατό του.

Τα χρόνια κύλησαν με τον Άσιμο να κάνει εμφανίσεις σε μικρές μπουάτ, τα τραγούδια του να ανθίζουν και να τον βάζουν στο μάτι των Αρχών, με τον ίδιο να αγνοεί όλες τις προειδοποιήσεις για λογοκρισία. Φυσικό αποτέλεσμα, να οδηγηθεί στην Ασφάλεια, «επίσκεψη» που του «κόστισε» μία χαμένη ταυτότητα. Ταυτότητα που αναπλήρωσε μετά από 18 χρόνια, καταφέρνοντας να του την εκδώσουν με τη «διευκρίνηση» στο σημείου του θρησκεύματος, «άνευ θρησκεύματος».

Το 1973 κατεβαίνει στην Αθήνα και δοκιμάζει την τύχη του σε αρκετές μπουάτ στην Πλάκα. Συνεργάζεται με αρκετούς τραγουδιστές, καλλιτέχνες και συνθέτες, και ο Άσιμος αρχίζει να παίρνει τη μορφή που αγάπησε όλη η Ελλάδα, μετά τον θάνατό του. Τότε, με πρόσωπα όπως ο Γκαϊφύλιας, Τραντάλης, Μουζακίτης και άλλοι στο πλευρό του, παρουσιάζει ένα πρόγραμμα με μουσική, κείμενα, σκετς και ντοκουμέντα ενάντια στο κατεστημένο. «5η εποχή», «11η εντολή», «Χνάρι», «Μουσικό Θέατρο Φτώχειας», «Σούσουρο» μερικές από τις παραστάσεις του.

Το 1975 έρχεται το δισκάκι των 45 στροφών «Ρωμιός-Μηχανισμός». Ακολουθούν οι περιβόητες κασέτες του, που ο ίδιος ηχογραφούσε και διακινούσε μόνος στα Προπύλαια, το Πολυτεχνείο, το Μοναστηράκι, τα Εξάρχεια. Δημιουργεί την «Exarchia Square Band» και συμμετέχει σε συναυλίες, κοινωνικοπολιτικές εκδηλώσεις, μουσικοθεατρικά σχήματα, θέατρο του δρόμου, διάφορα δρώμενα.

Το 1976 είναι η χρονιά που θα του φέρει την κόρη του Λίλιαν, τη μικρή Νιουνιού, που απέκτησε με τη σύντροφό του Λίλιαν. Το παιδί, όμως, δεν έφερε την ευτυχία στο ζευγάρι, με τη Λίλιαν να τον αφήνει και τον Άσιμο να μένει μόνος να φροντίζει την κόρη του.

Έναν χρόνο μετά, θα έχει ακόμα μία περιπέτεια με τον νόμο, όταν μαζί με άλλους πέντε εκδότες-συγγραφείς κατηγορούνται ως «εξέχουσες προσωπικότητες που επηρεάζουν αρνητικά το κοινωνικό σύνολο». Ο Άσιμος ριζοσπαστικοποίείται συνεχώς όλο και περισσότερο, και ως απαύγασμα όλων των παραπάνω, «γεννάει» τους Κροκανθρώπους του.

Στο βιβλίο του, «Αναζητώντας Κροκανθρώπους», ο Άσιμος αφήνει στις γενιές που θα ακολουθήσουν την ανεκτίμητη παρακαταθήκη του. Έναν χρόνο αργότερα, το 1982, κυκλοφορεί τον δίσκο του με τίτλο «Ξαναπές το» με τη συμμετοχή της Χαρούλας Αλεξίου και του Βασίλη Παπακωνσταντίνου.

Το τέλος του, πολύ πριν αυτό έρθει, ο ίδιος είχε καταφέρει να το «δει» κατάματα, παρουσιάζοντας μία χαρακτηριστική διαύγεια μέσα στη θολούρα που πολλοί του απέδιδαν. Τα τραγούδια του, θα μείνουν για πάντα να μας συντροφεύουν και να θυμίζουν, πέρα από όλα τα υπόλοιπα, πως η εικόνα δεν είναι σχεδόν ποτέ ειλικρινής σε σχέση με το περιεχόμενο. Οι στίχοι του, θα μείνουν να εξηγούν ακόμα και σήμερα «τον Μηχανισμό» του κόσμου.

Ο Άσιμος έφυγε, στο σπίτι του στην Καλλινδρομίου, μόνος και παρεξηγημένος. Ο Νικόλας έμεινε για πάντα εδώ. Bραχνός Διογένης, πότε μέσα και πότε έξω από το πιθάρι του, να χτυπά και να χαλά με την απέθαντη ματιά και τα λόγια του τις βεβαιότητες και τους μικρόκοσμους που ο καθένας και η καθεμιά, ακόμα και σήμερα, πασχίζει να χτίσει...

 Διαβάστε ολόκληρο το βιβλίο του «Αναζητώντας Κροκανθρώπους»:


πηγή:




Χαῖρε, ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας· χαῖρε, στεφάνι τῆς ἐγκρατείας. Χαῖρε, Θεοῦ ἀχωρήτου χώρα· χαῖρε, σεπτοῦ μυστηρίου θύρα. Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.


Ο δημοφιλέστερος ύμνος της Ορθόδοξης Εκκλησίας
και ο δημοφιλέστερος εκκλησιαστικός ύμνος 
σε παγκόσμιο επίπεδο, ο Ακάθιστος ύμνος ,
οι χαιρετισμοί δηλ. προς την Θεοτόκον Μαρία 
θα ψαλλεί και θα αναγνωστεί από ιερείς , 
ψάλτες , πιστούς και ευσεβείς χριστιανούς , 
σήμερα με τη δύση του ηλίου , 
τρίτη Παρασκευή των νηστειών,
σε όλους τους ορθόδοξους ναούς.
Απόψε θα ψαλλεί η Γ΄ λεγόμενη στάση 
των χαιρετισμών από το κοντάκιο
του Ακαθίστου ύμνου , ενώ ολόκληρο 
το κοντάκιο θα ψαλλεί ,
την Ε΄και τελευταία Παρασκευή των χαιρετισμών.
Γ΄ ΣΤΑΣΗ: περιλαμβάνει το μέρος της ακροστιχίδας
από Ν μέχρι και Σ

ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥῌ
ΤΗΣ Γ´ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
ΣΤΑΣΙΣ ΤΡΙΤΗ
Νέαν ἔδειξε κτίσιν, ἐμφανίσας ὁ Κτίστης, ἡμῖν τοῖς ὑπ᾿ αὐτοῦ γενομένοις· ἐξ ἀσπόρου βλαστήσας γαστρός, καὶ φυλάξας ταύτην, ὥσπερ ἦν, ἄφθορον· ἵνα τὸ θαῦμα βλέποντες, ὑμνήσωμεν αὐτήν, βοῶντες·
Νέα (πνευματικὴ) κτίση φανέρωσε ὁ Κτίστης σ᾿ ἐμᾶς ποὺ γίναμε ἀπ᾿ Αὐτόν, ἀφοῦ βλάστησε χωρὶς σπορὰ ἀπὸ παρθενικὴ κοιλιὰ καὶ τὴν διαφύλαξε ὅπως ἦταν ἄφθορη. Ὣστε βλέποντας ἐμεῖς τὸ θαῦμα, μὲ ὕμνους νὰ φωνάζουμε πρὸς αὐτή·


Χαῖρε, τὸ ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας· χαῖρε, τὸ στέφος τῆς ἐγκρατείας.
Χαῖρε, ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας· χαῖρε, στεφάνι τῆς ἐγκρατείας.

Χαῖρε, ἀναστάσεως τύπον ἐκλάμπουσα· χαῖρε, τῶν Ἀγγέλων τὸν βίον ἐμφαίνουσα.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ μᾶς δίνεις εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως, χαῖρε ἐσὺ ποὺ μᾶς φανερώνεις τὴ ζωὴ τῶν Ἀγγέλων.

Χαῖρε, δένδρον ἀγλαόκαρπον, ἐξ οὗ τρέφονται πιστοί· χαῖρε, ξύλον εὐσκιόφυλλον, ὑφ᾿ οὗ σκέπονται πολλοί.
Χαῖρε, δέντρο ποὺ παράγεις καρποὺς γευστικοὺς καὶ καλούς, ἀπ᾿ τοὺς ὁποίους τρέφονται οἱ πιστοί· χαῖρε, ξύλο (δέντρο) πυκνόφυλλο, κάτω ἀπ᾿ τὸ ὁποῖο σκεπάζονται πολλοί.

Χαῖρε, κυοφοροῦσα ὁδηγὸν πλανωμένοις· χαῖρε, ἀπογεννῶσα λυτρωτὴν αἰχμαλώτοις.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ κυοφόρησες ὁδηγὸ γιὰ τοὺς πλανωμένους, χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γέννησες Λυτρωτὴ γιὰ τοὺς αἰχμαλώτους.

Χαῖρε, Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις· χαῖρε, πολλῶν πταιόντων συγχώρησις.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ καθικετεύεις τὸν δίκαιο Κριτή, χαῖρε ἐσὺ ποὺ (μὲ τὴ μεσιτεία σου) παρέχεις συγχώρηση στοὺς ἁμαρτωλούς.

Χαῖρε, στολὴ τῶν γυμνῶν παῤῥησίας· χαῖρε, στοργὴ πάντα πόθον νικῶσα.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γίνεσαι στολὴ γιὰ τοὺς γυμνοὺς ἀπὸ πνευματικὴ παρρησία (πρὸς τὸ Θεό)· χαῖρε στοργὴ ποὺ νικᾶς κάθε πόθο.
Χαῖρε Νύμφη, ἀνύμφευτε.

Ξένον τόκον ἰδόντες, ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου, τὸν νοῦν εἰς οὐρανὸν μεταθέντες· διὰ τοῦτο γὰρ ὁ ὑψηλὸς Θεός, ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος, βουλόμενος ἑλκύσαι πρὸς τὸ ὕψος, τοὺς αὐτῷ βοῶντας· Ἀλληλούϊα.
Ἀφοῦ γνωρίσαμε τὴν παράδοξη γέννηση (τοῦ Χριστοῦ), ἂς ἀποξενωθοῦμε ἀπὸ τὸν κόσμο, μεταφέροντας τὸ νοῦ μας στὸν οὐρανό. Γιὰ τοῦτο ὁ ὑψηλὸς Θεὸς φανερώθηκε στὴ γῆ ὡς ἕνας ταπεινὸς ἄνθρωπος· γιατὶ ἤθελε νὰ τραβήξει πρὸς τὸ δικό Του ὕψος αὐτοὺς ποὺ τοῦ φωνάζουν Ἀλληλούϊα.

Ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω, καὶ τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπῆν, ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος· συγκατάβασις γὰρ θεϊκή, οὐ μετάβασις δὲ τοπικὴ γέγονε· καὶ τόκος ἐκ Παρθένου θεολήπτου, ἀκουούσης ταῦτα·
Ὁλόκληρος βρισκόταν κάτω στὴ γῆ, κι ὡστόσο δὲν ἀπουσίαζε ἀπὸ τὰ ἄνω (τὸν οὐρανὸ) ὁ ἀπερίγραπτος Υἱὸς καὶ Λόγος (τοῦ Θεοῦ). Κι αὐτὸ ἔγινε μὲ θεϊκὴ συγκατάβαση κι ὄχι μὲ τοπικὴ μετακίνηση· κι ἔτσι συντελέστηκε ἡ γέννηση ἀπὸ Παρθένο ἀφιερωμένη στὸ Θεό, ἡ ὁποία ἀκούει αὐτά·

Χαῖρε, Θεοῦ ἀχωρήτου χώρα· χαῖρε, σεπτοῦ μυστηρίου θύρα.
Χαῖρε, χώρα ποὺ χώρεσες τὸν ἀχώρητο Θεό· χαῖρε, θύρα τοῦ σεπτοῦ μυστηρίου τῆς σωτηρίας μας.

Χαῖρε, τῶν ἀπίστων ἀμφίβολον ἄκουσμα· χαῖρε, τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γιὰ τοὺς ἀπίστους εἶσαι ἀμφίβολο ἄκουσμα· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γιὰ τοὺς πιστοὺς εἶσαι ἀναμφίβολο καύχημα.

Χαῖρε, ὄχημα πανάγιον τοῦ ἐπὶ τῶν Χερουβείμ· χαῖρε, οἴκημα πανάριστον τοῦ ἐπὶ τῶν Σεραφείμ.
Χαῖρε, ὄχημα πανάγιο (τοῦ Χριστοῦ) ποὺ κάθεται πάνω στὰ Χερουβείμ· χαῖρε, οἴκημα ὑπερτέλειο Ἐκείνου ποὺ κάθεται στὰ Σεραφείμ.

Χαῖρε, ἡ τἀναντία εἰς ταὐτὸ ἀγαγοῦσα· χαῖρε, ἡ παρθενίαν καὶ λοχείαν ζευγνῦσα.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἕνωσες μεταξύ τους τὰ ἀντίθετα· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ συνδύασες τὴν παρθενία μὲ τὴ μητρότητα.


Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐλύθη παράβασις! χαῖρε δι᾿ ἧς ἠνοίχθη Παράδεισος.
Χαῖρε, ἐσὺ μὲ τὴν ὁποία καταλύθηκε ἡ παράβαση, χαῖρε, ἐσὺ χάρη στὴν ὁποία ἀνοίχτηκε ὁ Παράδεισος.

Χαῖρε, ἡ κλεὶς τῆς Χριστοῦ Βασιλείας· χαῖρε, ἐλπὶς ἀγαθῶν αἰωνίων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ᾿σαι τὸ κλειδὶ τῆς βασιλείας (τοῦ Χριστοῦ)· χαῖρε, ἐσὺ ἡ ἐλπίδα τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν.
Χαῖρε Νύμφη, ἀνύμφευτε.

Πᾶσα φύσις Ἀγγέλων, κατεπλάγη τὸ μέγα, τῆς σῆς ἐνανθρωπήσεως ἔργον· τὸν ἀπρόσιτον γὰρ ὡς Θεόν, ἐθεώρει πᾶσι προσιτὸν ἄνθρωπον· ἡμῖν μὲν συνδιάγοντα, ἀκούοντα δὲ παρὰ πάντων οὕτως· Ἀλληλούϊα.
Κάθε φύση Ἀγγέλων κατεπλάγη γιὰ τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς ἐνανθρωπήσεὼς Σου· γιατὶ ἔβλεπε τὸν ἀπρόσιτο Θεό, νὰ γίνεται προσιτὸς σὲ ὅλους ἄνθρωπος, νὰ συναναστρέφεται μαζί μας καὶ νὰ ἀκούει ἀπὸ ὅλους τὸ Ἀλληλούϊα.

Ῥήτορας πολυφθόγγους, ὡς ἰχθύας ἀφώνους, ὁρῶμεν ἐπὶ σοὶ Θεοτόκε· ἀποροῦσι γὰρ λέγειν τό, πῶς καὶ Παρθένος μένεις, καὶ τεκεῖν ἴσχυσας· ἡμεῖς δὲ τὸ μυστήριον θαυμάζοντες, πιστῶς βοῶμεν·
Τοὺς ἐπιδέξιους ρήτορες, τοὺς βλέπουμε σὰν ψάρια ἄφωνα νὰ στέκονται μπροστὰ στὸ μυστήριό σου Θεοτόκε· γιατὶ δὲν μποροῦν νὰ ἐξηγήσουν πῶς καὶ Παρθένος ἔμεινες καὶ μπόρεσες νὰ γεννήσεις. Ἐμεῖς ὅμως θαυμάζοντας τὸ μυστήριο, σοῦ φωνάζουμε μὲ πίστη·

Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ δοχεῖον· χαῖρε, προνοίας αὐτοῦ ταμεῖον.
Χαῖρε, δοχεῖο τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ, χαῖρε ταμεῖο τῆς πρόνοιάς Του.

Χαῖρε, φιλοσόφους ἀσόφους δεικνύουσα· χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἀποδείχνεις ἄσοφους τοὺς φιλοσόφους· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἐλέγχεις ὡς ἄμυαλους τοὺς τεχνολόγους.

Χαῖρε, ὅτι ἐμωράνθησαν οἱ δεινοὶ συζητηταί· χαῖρε, ὅτι ἐμαράνθησαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί.
Χαῖρε, δοχεῖο τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ, χαῖρε ταμεῖο τῆς πρόνοιάς Του.

Χαῖρε, τῶν Ἀθηναίων τὰς πλοκὰς διασπῶσα· χαῖρε, τῶν ἁλιέων τὰς σαγήνας πληροῦσα.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ διαλύεις τοὺς περίπλοκους συλλογισμοὺς καὶ σοφίες τῶν Ἀθηναίων· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γεμίζεις (μὲ ἀνθρώπινες ψυχὲς) τὰ δίχτυα τῶν πνευματικῶν ψαράδων.

Χαῖρε, βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα· χαῖρε, πολλοὺς ἐν γνώσει φωτίζουσα.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἀνασύρεις ἀπὸ τὸ βυθὸ τῆς ἄγνοιας, χαῖρε ἐσὺ ποὺ φωτίζεις πολλοὺς μὲ θεία γνώση.

Χαῖρε, ὁλκὰς τῶν θελόντων σωθῆναι· χαῖρε, λιμὴν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Χαῖρε, πλοῖο αὐτῶν ποὺ θέλουν νὰ σωθοῦνε, χαῖρε, λιμάνι αὐτῶν ποὺ ταξιδεύουν στὸ πέλαγος τῆς ζωῆς.
Χαῖρε Νύμφη, ἀνύμφευτε.
Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον, ὁ τῶν ὅλων Κοσμήτωρ, πρὸς τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε· καὶ ποιμὴν ὑπάρχων ὡς Θεός, δι᾿ ἡμᾶς ἐφάνη καθ᾿ ἡμᾶς ἄνθρωπος· ὁμοίῳ γὰρ τὸ ὅμοιον καλέσας, ὡς Θεὸς ἀκούει· Ἀλληλούϊα.
Θέλοντας νὰ σώσει τὸν κόσμο Ἐκεῖνος ποὺ γιὰ χάρη μας τὸν κόσμησε, ἦλθε πρὸς αὐτὸν μὲ δική του πρωτοβουλία. Καὶ ὄντας Ποιμένας, ὡς Θεός, γιὰ χάρη μας φάνηκε ὅμοιος μὲ μᾶς ἄνθρωπος, καὶ κάλεσε ἔτσι (στὴ σωτηρία) τοὺς ὅμοιους μὲ Αὐτόν, ποὺ ὡς Θεὸς ἀκούει· Ἀλληλούϊα.

.............................


Γ´ ΣΤΑΣΗ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ

Ξένον τόκον ἰδόντες ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου, τόν νοῦν εἰς οὐρανόν μεταθέντες᾽.

1. ῾Ο ὑμνογράφος βασίζεται στό γεγονός τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου μας ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, τῆς βάσεως καί τοῦ θεμελίου ὁλόκληρης τῆς χριστιανικῆς πίστεως, γιά νά μᾶς θυμίσει δύο πράγματα: πρῶτον, ὅτι ἡ Γέννηση αὐτή συνιστᾶ τό κατεξοχήν μυστήριο, ὄντως ῾ξένον τόκον᾽ πού ἀνατρέπει κάθε ἀνθρώπινη λογική – πῶς ἡ λογική νά δεχθεῖ τόν Θεό πού γίνεται ἄνθρωπος; ῾Οὐ φέρει τό μυστήριον ἔρευναν· δεύτερον, ὅτι ἐνώπιον τοῦ παραδόξου αὐτοῦ τόκου ὁ ἄνθρωπος καλεῖται σέ μετάνοια, σέ ἀλλαγή δηλαδή τρόπου ζωῆς, διότι ἡ μετάνοια ἀποτελεῖ τήν μόνη προϋπόθεση  κατανοήσεως καί μετοχῆς στόν σκοπό τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνθρώπου: νά γίνει ὁ ἄνθρωπος Θεός. ῾Ο ἴδιος ὁ Κύριος ξεκινώντας τήν δημόσια δράση Του αὐτό ἀκριβῶς κήρυξε: ῾Μετανοεῖτε, ἤγγικε γάρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν᾽. Τήν ἴδια ἀλήθεια τονίζει καί ὁ ὑμνογράφος μέσα στήν συνάφεια τοῦ συγκεκριμένου οἴκου τῶν χαιρετισμῶν: ῾Διά τοῦτο γάρ ὁ ὑψηλός Θεός ἐφάνη ἐπί γῆς ταπεινός ἄνθρωπος, βουλόμενος ἑλκῦσαι πρός τό ὕψος τούς αὐτῷ βοῶντας, ᾽Αλληλούϊα᾽.

2. Σέ τί μᾶς καλεῖ λοιπόν συγκεκριμένα ὁ ὑμνογράφος; Μπροστά στήν παράδοξη καί ὑπέρ φύσιν γέννα νά γίνουμε ξένοι ἀπό τόν κόσμο. ῾Ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου᾽. Κι ἐννοεῖ βεβαίως ὄχι νά ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό τούς ἀνθρώπους καί τήν Δημιουργία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀπό τό κοσμικό φρόνημα, δηλαδή τό φρόνημα τῆς ἁμαρτίας. Πρόκειται γιά τήν ἀλήθεια πού ἐπανειλημμένως προβάλλεται σχεδόν ἀπό ὅλες τίς ἀκολουθίες τῆς ᾽Εκκλησίας -  ὅπως γιά παράδειγμα στήν ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως, ὅπου καλούμαστε νά ἀποξενωθοῦμε ἀπό τά πάθη μας γιά νά σχετιστοῦμε μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ: ῾Ξενωθείην παθῶν καί τῆς χάριτος σχοίην τε προσθήκην᾽ -, προβάλλεται ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ὅταν μιλοῦν γιά τήν ἀποταγή τοῦ κόσμου, κυρίως ὅμως προβάλλεται ἀπό τόν ἴδιο τόν λόγο τοῦ Θεοῦ πού μᾶς καλεῖ νά ἀποστραφοῦμε τό φρόνημα αὐτό, νά μήν ἀγαπήσουμε δηλαδή ὅτιδήποτε συνιστᾶ φιλοσαρκία καί φιληδονία, φιλαργυρία καί φιλοκτημοσύνη, κενοδοξία καί ὑπερηφάνεια. ῾Μή ἀγαπῶμεν τόν κόσμον μηδέ τά ἐν τῷ κόσμῳ. ῞Οτι πᾶν τό ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκός καί ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καί ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου ἐκ τοῦ Θεοῦ οὔκ ἐστι᾽ (ἅγ. ᾽Ιωάννης ὁ Θεολόγος). Μέ ἄλλα λόγια ἡ κλήση γιά ἀποστροφή καί ἀποξένωση τοῦ κόσμου εἶναι ἀποστροφή ἀπό τήν ρίζα τῆς ἁμαρτίας: τόν ἐγωϊσμό καί τήν φιλαυτία ὡς νοσηρή ἀγάπη πού θέτει τό ἐγώ ὡς θεότητα, συνεπῶς δέν ἀφήνει κανένα χῶρο γιά ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ.

3. Πῶς θά γίνει αὐτό; Πῶς μποροῦμε νά ἀποξενωθοῦμε ἀπό τά ψεκτά αὐτά πάθη γιά νά εἴμαστε μέ τόν Θεό; ῎Οχι τόσο μέ τό νά τά πολεμᾶμε κατευθεῖαν, λέει ὁ ὑμνογράφος ὡς φωνή καί συνείδηση τῆς ᾽Εκκλησίας, ὅσο μέ τό νά περιφρονοῦμε τήν γοητευτική φωνή τους διά τῆς στροφῆς τοῦ νοῦ μας στόν οὐρανό, στόν Χριστό δηλαδή καί στήν Βασιλεία Του, ὅπως καί στίς ἔνθεες ἀρετές Του, δηλαδή τήν ἐγκράτεια, τήν ἐλεημοσύνη, τήν ταπείνωση: ῾τόν νοῦν εἰς οὐρανόν μεταθέντες᾽. Αὐτή εἶναι ἡ βασική μέθοδος τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ὅπως ἐπιγραμματικά τό ἔχει ἐκφράσει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος: ῾νίκα ἐν τῷ ἀγαθῷ τό κακόν᾽. Καί ἡ ἐκκλησιαστική ἐμπειρία  διαπιστώνει ὅτι πράγματι πιό εὔκολος τρόπος γιά νά νικήσει κανείς τό κακό δέν ὑπάρχει πέραν τῆς στροφῆς στό ἀγαθό.

4. Πολλές φορές ταλαιπωρούμαστε καί δυσκολευόμαστε νά νικήσουμε τήν κακία καί τήν ὅποια ἀδυναμία μας, γιατί πιστεύουμε ὅτι πρέπει νά τά πολεμήσουμε κατά μέτωπον. Χωρίς νά ἀποκλείει κανείς καί αὐτήν τήν πνευματική μέθοδο (π.χ. ῾δός αἷμα καί λάβε Πνεῦμα᾽), οἱ ἅγιοί μας ἐπιμένουν: τό εὔκολο καί τό ῾ἀναίμακτο᾽ (Γέρων Πορφύριος) εἶναι ἡ ἁπαλή στροφή τοῦ νοῦ μας στό ἀγαθό. Κατά τόν λόγο τοῦ μεγάλου συγχρόνου Γέροντος τῆς ᾽Εκκλησίας, τοῦ π. Πορφυρίου, ῾τό σκοτάδι νικιέται ὄχι μέ τό νά τό πυροβολεῖ κανείς, ἀλλά μέ τό ἀνάβει τό φῶς᾽.  ῾Τό νερό πού ποτίζει τό χωράφι μέ τά λουλούδια, ἀφήνει χέρσο ὡς ἀπότιστο τό χωράφι μέ τά ἀγκάθια καί τά ζιζάνια᾽ (π. Παΐσιος). Νερό εἶναι ἡ δύναμη τῆς ψυχῆς μας πού ἐνισχύεται ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. ῞Οταν στρέφουμε τήν δύναμη αὐτή πρός τόν Θεό καί τό θέλημά Του, τότε κατά συνέπεια ἀδυνατίζει τό κακό καί ἡ ὅποια δύναμή του!

῾Η Παναγία μας ἄν ἅγιασε καί ἕλκυσε τόσο πολύ τόν Θεό σ᾽ αὐτήν ἦταν γιατί ὁ νοῦς της βρισκόταν ὁλωσδιόλου στραμμένος σ᾽ ᾽Εκεῖνον. Τροφή καί τρυφή της ἀδιάκοπη ἦταν τό ἅγιο θέλημά Του. Κάθε ἀνθρώπινο πάθος καί κακία λοιπόν ἐξαφανίστηκε καί χαριτώθηκε ἔτσι ὥστε νά γίνει ἡ ῾Υπέραγνη Μητέρα Του. ῎Ας στρέψουμε κι ἐμεῖς λοιπόν τόν νοῦ μας  στόν Θεό. ῎Ας τόν ποτίζουμε καθημερινά μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, μέ τούς ὕμνους τῆς ᾽Εκκλησίας μας, μέ τούς βίους τῶν ἁγίων μας. Χωρίς νά τό καταλαβαίνουμε ἴσως θά προχωροῦμε στήν ἁγιότητα. Καί ἁγιότητα σημαίνει ὅτι σαρκώνουμε κι ἐμεῖς μέσα μας τόν Χριστό.