
Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
και θα πεθάνω μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές,
χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.
Oλόκληρο το ποίημα "Mal Du Depart" ΕΔΩ:
και έτσι ήταν,
μέχρι το τέλος της ζωής του, ο Νίκος Καββαδίας
της θάλασσας, ο ιδανικός και ανάξιος εραστής ...
ανάξιος γιατί είναι αμέτρητη
η Θάλασσα και, εκείνος το΄ξερε,
καλύτερα από τον
καθένα από όλους εμάς του στεριανούς ...
και ιδανικός βέβαια γιατί,
την λάτρεψε την Θάλασσα όσο κανείς,
και την ύμνησε με τα ποιήματά μου,
και πάντοτε μέχρι την τελευταία του αναπνοή
ποθούσε να΄ναι στα κύματά της,
και να ταξιδεύει μαζί της,
με όλο του το είναι,
το σώμα του και, την ψυχή του
την ανεξερεύνητη και ταξιδιάρα...
μα δεν πρόλαβε ενώ, το κανόνιζε να,
ξαναμπαρκάρει ,
τον πρόλαβε ο θάνατος στην στεριά ,
στις 10 Φλεβάρη το 1975...
43 χρόνια πριν, σαν σήμερα.
mariarosa
Δείτε τον Νίκο Καββαδία να διαβάζει το ποίημα του
«Ιδανικός και ανάξιος εραστής» («Mal du depart»).
και ακούστε στη συνέχεια το ποίημα,
μελοποιημένο από τον Γιάννη Σπανό,
σε μια μοναδική ερμηνεία από τον αείμνηστο Κώστα Καράλη.
και ονειρεύτηκε τη θάλασσα, πέθανε στη στεριά...
Τον Νοέμβριο του 1974 ο Νίκος Καββαδίας θα ξεμπαρκάρει από το κρουαζιερόπλοιο «Aquarius».
Πολύ γρήγορα θα αναζητήσει νέο καράβι.
Βιαζόταν να ξαναφύγει.
Στις 11 Φεβρουαρίου θα κλείσει ραντεβού με τον φίλο του Χρήστο Παντελίδη, έξω από τον Ηλεκτρικό Σταθμό Πειραιά προκειμένου να πάνε μαζί στα γραφεία της ναυτιλιακής εταιρείας των Κεφαλονιτών αδελφών Γιαννουλάτου που βρίσκονταν σε πολύ μικρή απόσταση.
Ο Καββαδίας δεν θα πάει ποτέ στο ραντεβού.
Λίγες ώρες πριν, το βράδυ της 10ης Φεβρουαρίου του 1975,
θα τον χτυπήσει βαρύ εγκεφαλικό το οποίοι θα αποβεί μοιραίο.
Πριν πεθάνει, θα προλάβει να πει στην αδελφή του Τζένια:
«Αυτό που φοβόμουν έγινε.
Πεθαίνω στη στεριά ενώ ήθελα να πεθάνω στη θάλασσα».
Πεθαίνω στη στεριά ενώ ήθελα να πεθάνω στη θάλασσα».
![]() |
Ο Νίκος Καββαδίας μπροστά στον ασύρματο ενός καραβιού |
Για το μόνο πράγμα που ένιωθε περήφανος ήταν η καταγωγή του.
Κι ακόμα ένιωθε περήφανος και για κείνη τη μυστική
δύναμη που τον έριξε στη θάλασσα,
Ο ίδιος διηγιέται για τη ζωή του:
«Γεννήθηκα πολύ μακριά,
στο Χαρμπίν της Μαντζουρίας.
Φύγαμε από κει όταν ήμουν πέντε χρόνων.
Θυμάμαι πάντα τα τραγούδια του τόπου,
πάντα μ' ακολουθεί η μυρωδιά του κορμιού
των γυναικών που με παίρναν στην
Γυρίσαμε στην Ευρώπη με τον "Υπερσιβηρικό".
Σε καράβι πρωτομπήκα στην Οντέσσα.
Το λέγαν "Ιερουσαλήμ".
Ο πατέρας μου μάς πήγε στην Κεφαλλονιά
και ξανάφυγε για τη Ρωσία.
Ηταν αξιωματικός του ρωσικού στρατού.
Τον θαύμαζα. Μίλαγε όλες τις διαλέκτους της Κίνας
κι από λίγο όλες τις ευρωπαϊκές.
Λιγότερο απ' όλες τα ελληνικά»
Λιγότερο απ' όλες τα ελληνικά»
«Μας έφερε στην Ελλάδα και ξανάφυγε για τη Ρωσία,
Γύρισε στα 1920 και μπήκε τροφοδότης σ' ένα ποστάλι.
Μ' έπαιρνε τα καλοκαίρια μαζί του.
Ταξιδεύαμε Σμύρνη - Πόλη.
Το 1928 τέλειωσα το γυμνάσιο και μπήκα
σ' ένα ναυτικό γραφείο στον Πειραιά,
γιομάτο μεγάλες αφίσες και χάρτες γεωγραφικούς.
Οταν νύχτωνε και σφύριζαν τα καράβια παρτέντζα,
μ' έπιανε λύσσα.
Τι μ' έσπρωξε στη θάλασσα;
Τι μ' έσπρωξε στη θάλασσα;
Η μυρωδιά από τις βαλίτσες των ναυτικών.
Τα δώρα που φέρναν οι συγγενείς μου από τα ξένα.
Η μυρωδιά των καραβιών που κάνει τους επιβάτες
να ζαλίζονται και να περιμένουν την ώρα
που θα φτάσουν στο λιμάνι σα λύτρωση.
Ζορίστηκα για να φύγω.
Κι από τους άλλους κι από μένα τον ίδιο.
Τριάντα καράβια είχανε στενοί μου συγγενείς,
κι εγώ γύριζα στα ξένα γραφεία για δουλειά.
Είμουνα τρομερά βραδύγλωσσος και υπνοβάτης.
Τον πρώτο χρόνο που μπαρκάρισα,
ξερνούσα σα γάτα.
ξερνούσα σα γάτα.
Συνήθισα με τον καιρό.
Ομως, όταν μείνω στη στεριά πάνω από τρεις μήνες,
τη μέρα που θα ξαναμπαρκάρω νοιώθω
λιγάκι σαν την πρώτη φορά που ξεκίνησα».ΔΙΑΒΑΣΤΕ περισσότερα εδώ:
Ποιητικὲς Συλλογές:
Νίκος Καββαδίας - Μαραμπού (1933)
Θα πεθάνω μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές,
Πολλά και μοναδικά τα ποίηματα της συλλογής όλα ξεχωριστάΘα πεθάνω μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές,
χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων
Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
και θα πεθάνω μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές,
χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.
Ακούστε παρακάτω το ποίημα του
"Οἱ προσευχὲς τῶν ναυτικῶν"
με μια επίσης
ξεχωριστή μελοποίηση και ερμηνεία
από τους " Ξέμπαρκους"
που κυκλοφόρησε το 1994
που κυκλοφόρησε το 1994
Οι προσευχές των ναυτικών - 1986
Νίκος Καββαδίας
Ξέμπαρκοι
Οι Γιαπωνέζοι ναυτικοί, προτού να κοιμηθούν,
βρίσκουν στην πλώρη μια γωνιά που δεν πηγαίνουν άλλοι
κι ώρα πολλή προσεύχονται βουβοί, γονατιστοί
μπρος σ’ ένα Βούδα κίτρινο που σκύβει το κεφάλι.
Κάτι μακριά ως τα πόδια τους φορώντας νυχτικά,
μασώντας οι ωχροκίτρινοι μικροί Κινέζοι ρύζι,
προφέρουνε με την ψιλή φωνή τους προσευχές
κοιτάζοντας μια χάλκινη παγόδα που καπνίζει.
Οι Κούληδες με την βαριά βλακώδη τους μορφή
βαστάν σκυφτοί τα γόνατα κοιτώντας πάντα κάτου,
κι οι Αράπηδες σιγοκουνάν το σώμα ρυθμικά,
κατάρες μουρμουρίζοντας ενάντια του θανάτου.
Οι Ευρωπαίοι τα χέρια τους κρατώντας ανοιχτά,
εκστατικά προσεύχονται γιομάτοι από ικεσία
και ψάλλουνε καθολικές ωδές μουρμουριστά,
που εμάθαν όταν πήγαιναν μικροί στην εκκλησία.
Και οι Έλληνες, με τη μορφή τη βασανιστική,
από συνήθεια κάνουνε, πριν πέσουν, το σταυρό τους
κι αρχίζοντας με σιγανή φωνή « Πάτερ ημών...»
το μακρουλό σταυρώνουνε λερό προσκέφαλό τους.
Από την συλλογή "ΠΟΥΣΙ " επίσης είναι πολλά τα ποιήματα που ξεχωρίζουμε όπως και το ποίημα του " Ο Σταυρός του Νότου"
που μελοποίησε ο μουσικοσυνθέτης
Θάνος Μικρούτσικος το 1978
και κυκλοφόρησε το 1979.
και έδωσε και τον τίτλο σε ολόκληρο τον δίσκο
Νίκος Καββαδίας - Τραβέρσο (1975)
Από την συλλογή Τραβέρσο
επιλέγουμε το ποίημά του
Fata Morgana
Fata Morgana
Θὰ μεταλάβω μὲ νερὸ θαλασσινὸ
στάλα τὴ στάλα συναγμένο ἀπ᾿ τὸ κορμί σου
σὲ τάσι ἀρχαῖο, μπακιρένιο ἀλγερινό,
ποὺ κοινωνοῦσαν πειρατὲς πρὶν πολεμήσουν.
ποὺ κοινωνοῦσαν πειρατὲς πρὶν πολεμήσουν.
Στρείδι ὠκεάνιο ἀρραβωνίζεται τὸ φῶς.
Γεύση ἀπὸ φλούδι τοῦ ροδιοῦ, στυφὸ κυδώνι
κι ὁ ἄρρητος τόνος, πιὸ πικρὸς καὶ πιὸ στυφός,
ποὺ ἐναποθέτανε στὰ βάζα οἱ Καρχηδόνιοι.
ποὺ ἐναποθέτανε στὰ βάζα οἱ Καρχηδόνιοι.
Πανὶ δερμάτινο ἀλειμμένο μὲ κερί,
ὀσμὴ ἀπὸ κέδρο, ἀπὸ λιβάνι, ἀπὸ βερνίκι,
ὅπως μυρίζει ἀμπάρι σὲ παλιὸ σκαρὶ
χτισμένο τότε στὸν Εὐφράτη στὴ Φοινίκη.
χτισμένο τότε στὸν Εὐφράτη στὴ Φοινίκη.
Χόρτο ξανθὸ τρίποδο σκέπει μαντικό.
Κι ἕνα ποτάμι μὲ ζεστή, λιωμένη πίσσα,
ἄγριο, ἀκαταμάχητο, ἀπειλητικό,
ποτίζει τοὺς ἁμαρτωλοὺς ποὺ σ᾿ ἀγαπῆσαν.
ποτίζει τοὺς ἁμαρτωλοὺς ποὺ σ᾿ ἀγαπῆσαν.
Rosso romano, πορφυρὸ τῆς Δαμασκός,
δόξα τοῦ κρύσταλλου, κρασὶ ἀπ᾿ τὴ Σαντορίνη.
Ὁ ἀσκὸς νὰ ρέει, κι ὁ Ἀπόλλωνας βοσκὸς
νὰ κολυμπάει τὰ βέλη του μὲ διοσκορίνη.
νὰ κολυμπάει τὰ βέλη του μὲ διοσκορίνη.
Σκουριὰ πυροχρωμη στὶς μνῆμες τοῦ Σινᾶ.
Οἱ κάβες τῆς Γερακινῆς καὶ τὸ Στρατόνι.
Τὸ ἐπίχρισμά του ἅγια σκουριὰ ποὺ μᾶς γερνᾶ,
μᾶς τρέφει, τρέφεται ἀπὸ μᾶς, καὶ μᾶς σκοτώνει.
μᾶς τρέφει, τρέφεται ἀπὸ μᾶς, καὶ μᾶς σκοτώνει.
Καντήλι, δισκοπότηρο χρυσό, ἀρτοφόρι.
Ἅγια λαβίδα καὶ ἱερὴ ἀπὸ λαμινάρια.
Μπροστὰ στὴν Πύλη δύο δαιμόνοι σπαθοφόροι
καὶ τρεῖς Ἀγγέλοι μὲ σπασμένα τὰ κοντάρια.
καὶ τρεῖς Ἀγγέλοι μὲ σπασμένα τὰ κοντάρια.
Ποῦθ᾿ ἔρχεσαι; Ἀπ᾿ τὴ Βαβυλώνα.
Ποῦ πᾶς; Στὸ μάτι τοῦ κυκλῶνα.
Ποιὰν ἀγαπᾶς; Κάποια τσιγγάνα.
Πῶς τὴ λένε; Φάτα Μοργκάνα.
Πῶς τὴ λένε; Φάτα Μοργκάνα.
Πάντα οἱ κυκλῶνες ἔχουν γυναικεῖο
ὄνομα. Εὔα ἀπὸ τὴν Κίο.
Ἡ μάγισσα ἔχει τρεῖς κόρες στὸ Ἀμανάτι
καὶ ἡ τέταρτη εἶν᾿ ἕν᾿ ἀγόρι μ᾿ ἕνα μάτι.
καὶ ἡ τέταρτη εἶν᾿ ἕν᾿ ἀγόρι μ᾿ ἕνα μάτι.
Ψάρια ποὺ πετᾶν μέσα στὴν ἄπνοια,
ὄστρακα, λυσίκομες κοπέλες,
φίδια τῆς στεριᾶς καὶ δέντρα σάπια,
ἄρμπουρα, τιμόνια καὶ προπέλες.
ἄρμπουρα, τιμόνια καὶ προπέλες.
Νά ῾χαμε τὸ λύχνο τοῦ Ἀλαδίνου
ἢ τὸ γέρο νάνο ἀπ᾿ τὴν Καντόνα.
Στείλαμε τὸ σῆμα τοῦ κινδύνου
πάνω σὲ ἄσπρη πέτρα μὲ σφεντόνα.
πάνω σὲ ἄσπρη πέτρα μὲ σφεντόνα.
Δαίμονας γεννᾶ τὴ νηνεμία.
Ξόρκισε, Allodetta, τ᾿ ὄνομά του.
Λούφαξεν ὁ δέκτης τοῦ ἀσυρμάτου,
καὶ φυλλομετρᾶ τὸν καζαμία.
καὶ φυλλομετρᾶ τὸν καζαμία.
Ὁ ἄνεμος κλαίει. Σκυλὶ στὰ λυσσιακά του.
Γειὰ χαρά, στεριά, κι ἀντίο, μαστέλο.
Γλίστρησε ἡ ψυχή μας ἀπὸ κάτου,
ἔχει καὶ στὴν κόλαση μπορντέλο.
Ακούστε πόσο όμορφα η Μαρίζα Κώχ
Ακούστε πόσο όμορφα η Μαρίζα Κώχ
μελοποίησε και ερμήνευσε το μοναδικό
αυτό ποίημα του Καββαδία που αναφέρεται
και στο φαινόμενο Φάτα Μοργκάνα.
Αλήθεια πόσα πράγματα δεν μάθαμε για την Θάλασσα
μέσα από τα μοναδικά ποίηματα του Καββαδία!
MARIAROSA
Δείτε στο παρακάτω βίντεο τον ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη
να διαβάζει Καββαδία (Σταυρός του Νότου),
σε ραδιοφωνική εκπομπή, το1988.
σε ραδιοφωνική εκπομπή, το1988.
Ήθελε γύρω του να υπάρχει μια τρυφερότητα
Γνώρισα τον Κολλια Καββαδία την άνοιξη το ’46.
Ερχόταν τότε στη Θεσσαλονίκη κάθε βδομάδα
ή κάθε δεκαπέντε μέρες, δε θυμάμαι καλά.
Ερχόταν τότε στη Θεσσαλονίκη κάθε βδομάδα
ή κάθε δεκαπέντε μέρες, δε θυμάμαι καλά.
Του είχα στείλει ένα βιβλίο μου.
Ζήτησε να με γνωρίσει.
Κανείς δεν καταδεχόταν να γνωρίσει έναν νέο.
Ο Καββαδίας το ’κανε.
Κι αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό της νοοτροπίας
του ανθρώπου που δεν έχει καμιά πόζα,
καμιά έπαρση για το έργο του.
του ανθρώπου που δεν έχει καμιά πόζα,
καμιά έπαρση για το έργο του.
Είχε καταργηθεί η απόσταση μεταξύ μας.
Για την ηλικία αυτή, δεκαπέντε χρόνια
ήταν μεγάλη απόσταση.
ήταν μεγάλη απόσταση.
Ήταν σαν να είμαστε φίλοι.
Κι αυτό νομίζω το διατήρησε σ’ όλα τα χρόνια του,
κάνοντας παρέα, τα τελευταία χρόνια της ζωής του,
αρκετά μεγάλος, παρέα με πολύ νέους ανθρώπους.
Μανόλης Αναγνωστάκης
ΠΗΓΕΣ: