Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2016

ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΑΡΚΑΔΙΟΥ: Το " Μολών Λαβέ της ΚΡΗΤΗΣ " ... 150 χρόνια συμπληρώνονται σήμερα 8 Νοεμβρίου 2016 από το ιερό προσάναμμα στον αγώνα για την Ελευθερία .

















Ολοκαύτωμα Αρκαδίου

"Σφαγή μεγάλη αρχινά, περίσσια φωνοκλήσι ετούτ' η ώρα θ'ακουστεί σ' Ανατολή και Δύση.Και μέσα στον αναβρασμό , που ο Χάρος εβρουχάτοβροντή, σεισμός εγίνηκε , κι ο κόσμος άνω - κάτω φωθιά, καπνός και κτήρια , κορμιά κομματιασμένα άντρες και γυναικόπαιδα στα νέφελα ανεβαίνουν.Τρόχαλος έγινε η Μονή κι' εσείστη ο Ψηλορείτης κι' αντιλαλούνε τα βουνά κι απ' άκρου ως άκρου η Κρήτη"

"Αυτή η φλόγα π' άναψε μέσα εδώ στη κρύπτη

κι απάκρου σ' άκρο φώτισε τη δοξασμένη Κρήτη,

ήτανε φλόγα του Θεού μέσα εις την οποία

Κρήτες ολοκαυτώθηκαν για την Ελευθερία "


ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΑΡΚΑΔΙΟΥ:  150 χρόνια από το ιερό προσάναμμα στον αγώνα για την Ελευθερία

Σαν σήμερα 8 Νοέμβριου 1866 έλαβε χώρα το σημαντικότερο γεγονός της Κρητικής επανάστασης, το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου. Η Κορυφαία πράξη του απελευθερωτικού αγώνα των Κρητών σύμβολο ηρωισμού και θυσίας. Τα λόγια για να περιγραφεί το θάρρος των προγονών μας φτωχά. Η Αρκαδική Εθελοθυσία έκανε παγκοσμία αίσθηση και έθεσε τις βάσεις, ώστε να αρχίσει η ζύμωση της Ένωσης με την Ελλάδα.
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΟΣ
Ο Μουσταφά Πασάς από το χωριό Επισκοπή έστειλε επιστολή προς την Επαναστατική Επιτροπή του Αρκαδίου ότι πρόκειται εντός των ημερών να καταφθάσει και να είναι έτοιμοι να παραδοθούν. Κατευθύνθηκε λοιπόν προς το χωριό Ρούστικα όπου και διανυκτέρευσε στην Ιερά Μονή του Προφήτη Ηλία, ενώ ο στρατός που τον συνόδευε στρατοπέδευσε στα χωριά Ρούστικα και Άγιος Κωνσταντίνος.
Το ξημέρωμα της 5ης Νοεμβρίου, ο τούρκικος στρατός ξεκίνησε για το Ρέθυμνο όπου και έφθασε το απόγευμα της ίδιας μέρας. Πολύ σύντομα, τη νύκτα της 7ης προς την 8η Νοεμβρίου ο ισχυρός στρατός του Μουσταφά εμπλουτισμένος με όλες τις δυνάμεις του Ρεθύμνου, τουρκικές και αιγυπτιακές που στο σύνολο τους αριθμούσαν πάνω από 15.000 άνδρες, επετέθη στην μονή Αρκαδίου, μέσα στην οποία βρίσκονταν 964 άνθρωποι, από τους οποίους μόλις οι 325 ήταν άνδρες. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ίδιος ο Μουσταφάς, μολονότι συνόδευσε το στρατό αρκετά κοντά στην περιοχή, στρατοπέδευσε με το επιτελείο του στο χωριό Μέση, σε σημείο με πανοραμική θέα, απ’ όπου θα μπορούσε να παρακολουθεί την επίθεση.
Το ξημέρωμα της 8ης Νοεμβρίου, ενώ στην εκκλησία του Μοναστηριού γινόταν η Θεία Λειτουργία για την εορτή των Ταξιαρχών, ακούστηκαν οι σάλπιγγες των τουρκικών στρατευμάτων που πλησίαζαν στο Αρκάδι. Η ώρα που όλοι από μέρες περίμεναν είχε φθάσει. Ο Ηγούμενος Γαβριήλ προσπάθησε να εμψυχώσει το πλήθος και να τονώσει το πατριωτικό του αίσθημα, εκμηδενίζοντας το φόβο του θανάτου εφόσον η θυσία θα γινόταν για την πατρίδα. Το ίδιο έκανε και ο φρούραρχος Δημακόπουλος που εξήρε την έννοια της Πίστης και της Πατρίδας.
Έτσι, ξεκίνησε η οργάνωση της άμυνας. Οι άνδρες μοιράστηκαν στα σημεία-κλειδιά του μοναστηριού και στην ερώτηση των Τούρκων αν θα παραδοθούν ή θα πολεμήσουν, με μια φωνή απάντησαν πως προτιμούν τον πόλεμο. Από τη στιγμή αυτή, άρχισαν να γράφονται οι σελίδες του Αρκαδικού Δράματος που βασίστηκε στον πατριωτισμό τον ηρωισμό και την αυταπάρνηση των επαναστατών.
Τα πυροβόλα των Τούρκων έριχναν βολές προς όλες τις κατευθύνσεις με κύριο στόχο την κεντρική/δυτική πύλη του μοναστηριού αλλά και την ανατολική, που ήταν όμως τόσο ενισχυμένες εσωτερικά, ώστε φάνηκε από την αρχή ότι ήταν δύσκολο να κυριευθούν. Η πρώτη απώλεια ήταν ο ανεμόμυλος τον οποίο κατάφεραν να πυρπολήσουν και μαζί να κάψουν και τους πολεμιστές που βρισκόταν μέσα. Αλλά και οι απώλειες των Τούρκων δεν ήταν λίγες μια και πολλοί άνδρες είχαν σκοτωθεί, δεδομένου ότι οι επαναστάτες βρισκόταν περιχαρακωμένοι μέσα στη μονή σε αντίθεση με εκείνους που ήταν έξω και αποτελούσαν εύκολο στόχο.
Παρά το γεγονός ότι τα πράγματα δεν είχαν εξελιχθεί άσχημα μέχρι το τέλος της πρώτης μέρας και οι πολιορκημένοι έδειχναν να αντέχουν ακόμα και να ελπίζουν, τη νύχτα, δεδομένης της ένοπλης υπεροχής των εχθρών, ήταν σαφές ότι έπρεπε να μεριμνήσουν για τη στρατιωτική τους ενίσχυση ζητώντας τη βοήθεια του Πάνου Κορωναίου που βρισκόταν στην περιοχή του Αμαρίου, και των κατοίκων του Μυλοποτάμου. Τη μεταφορά των επιστολών με τις οποίες ζητούσαν βοήθεια ανέλαβαν, εθελοντικά προσφερόμενοι, δύο οπλαρχηγοί που βγήκαν από το μοναστήρι μεταμφιεσμένοι ως Τούρκοι. Κατόπιν ο ηγούμενος κάλεσε όλους τους πολιορκημένους, πολεμιστές, γέροντες, γυναίκες και παιδιά, να προσευχηθούν στο Ναό της μονής. Αργά την ίδια νύχτα επέστρεψαν οι «ταχυδρόμοι» και μαζί το νέο ότι η πρόσβαση ενισχύσεων ήταν σχεδόν αδύνατη, μιας και οι Τούρκοι είχαν κλείσει σχεδόν όλες τις διόδους προς τη μονή.
Η δεύτερη μέρα της πολιορκίας, η 9η Νοεμβρίου, ξημέρωσε σκοτεινή. Όλα έδειχναν πως η θέση των πολιορκημένων ήταν δυσάρεστη και χωρίς ελπίδα σωτηρίας. Μολονότι το ήξεραν και οι ίδιοι, διατηρούσαν ακμαίο το ηθικό τους και το μόνο που σκεφτόταν ήταν πώς θα πέσουν όσο το δυνατόν πιο ηρωικά. Ο Ηγούμενος Γαβριήλ τους προέτρεπε μόλις δουν τους Τούρκους να εισβάλουν, να τρέξουν στην πυριτιδαποθήκη, να βάλουν φωτιά και να θυσιαστούν» προκειμένου να μην πέσουν στα χέρια του εχθρού. Παρόλα αυτά ο πόλεμος συνεχιζόταν και οι Τούρκοι για δεύτερη μέρα προσπαθούσαν να ρίξουν τη δυτική Πύλη του Μοναστηριού. Την προσπάθεια τους ενίσχυσαν και σχεδόν πέτυχαν το στόχο τους φέρνοντας από το Ρέθυμνο το μεγάλο κανόνι, την περίφημη «Κουτσαχείλα».
Ανοίγοντας ρήγμα στην πύλη και κάνοντας απανωτές εφόδους στο μοναστήρι προσπαθούσαν να αποθαρρύνουν τους επαναστάτες και να τους κάνουν να παραδοθούν. Μάταια όμως, γιατί μέσα στο μοναστήρι ο ηγούμενος Γαβριήλ, ο Φρούραρχος Δημακόπουλος, ο Κωστής Γιαμπουδάκης, η ηρωίδα Χαρίκλεια Δασκαλάκη και όλοι οι πολεμιστές ενθάρρυναν ο ένας τον άλλο, τρέχοντας από σημείο σε σημείο και προτρέποντας τους άνδρες να μην εγκαταλείπουν τις επάλξεις. Το ρήγμα ωστόσο της δυτικής πύλης επέτρεψε στον εχθρό να αρχίσει να μπαίνει σταδιακά στην αυλή του μοναστηριού. Ο πόλεμος μεταφέρθηκε τότε στο εσωτερικό και ο αγώνας άρχισε να γίνεται σώμα με σώμα. Όταν πια η αυλή είχε γεμίσει με Τούρκους και όλα έδειχναν να φθάνουν στο τέλος, οι πολιορκημένοι κλείστηκαν στην πυριτιδαποθήκη και ο ήρωας Κωστής Γιαμπουδάκης έβαλε φωτιά προκαλώντας την ανατίναξη της και μαζί την ηρωική θυσία των πολιορκημένων στη μονή Αρκαδίου.


Ακολούθησε η φρικτή λεηλασία της μονής από τους Τούρκους που έκαιγαν τα πάντα και σκότωναν όσους είχαν επιζήσει. Ακόμα και ορισμένοι άνδρες που είχαν μείνει στην τραπεζαρία της μονής μη ξέροντας τι είχε γίνει στην πυριτιδαποθήκη, σφαγιάσθηκαν με τον πιο φρικαλέο τρόπο βάφοντας με αίμα το χώρο.
Ο απολογισμός της τούρκικης λεηλασίας είναι τραγικός. Όπως ήδη έχει αναφερθεί, μέσα στο Μοναστήρι βρισκόταν 964 χριστιανοί συμπεριλαμβανομένων και των γυναικόπαιδων. Από αυτούς αιχμαλωτίστηκαν 114, διέφυγαν 3-4 και οι υπόλοιποι σκοτώθηκαν. Από την πλευρά των Τούρκων έχασαν τη ζωή τους όχι λιγότεροι από 1500, αν και σχετικά με τον αριθμό αυτό έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις. Τα πτώματα τους είτε ενταφιάσθηκαν σε διάφορα σημεία είτε έμειναν άταφα, όπως και αρκετών χριστιανών, τα οποία αργότερα ρίχθηκαν στο κοντινό φαράγγι. Τα οστά πάντως των περισσότερων χριστιανών περισυνελλέγησαν αργότερα και τοποθετήθηκαν στον ανεμόμυλο που μετατράπηκε έτσι σε κοιμητήριο των ηρώων ταυ Αρκαδικού δράματος.
Η τύχη όσων επέζησαν της τραγωδίας αυτής δεν ήταν καθόλου καλύτερη από εκείνων που άφησαν την τελευταία τους πνοή στο Αρκάδι. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των ίδιων, αμέσως μετά την καταστροφή τους αιχμαλώτισαν οι Τούρκοι και τους μετέφεραν όλους, ήταν περίπου 114, μέσα σε άθλιες συνθήκες στην πόλη του Ρεθύμνου. Οι αιχμάλωτοι υπέστησαν εξευτελισμούς και ταπεινώσεις όχι μόνο από τους τούρκους αξιωματούχους που τους μετέφεραν αλλά και από εκείνους που τους περίμεναν στην είσοδο της πόλης για να τους πετροβολήσουν και να τους υβρίσουν. Τις γυναίκες, ανάμεσα στις οποίες ήταν και η Δασκαλοχαρίκλεια, και τα παιδιά τα κράτησαν μια εβδομάδα στην εκκλησία των Εισοδίων, ενώ τους άνδρες φυλάκισαν για ένα ολόκληρο χρόνο σε συνθήκες απερίγραπτης φρίκης, και δε θα γλίτωναν από την κατάσταση αυτή αν δεν παρενέβαινε ο εκπρόσωπος της Ρωσίας στο Ρέθυμνο Γεώργιος Σκουλούδης και ο Γενικός Πρόξενος της Ρωσίας στην Κρήτη που επέβαλαν στον Πασά να εξασφαλίσει στοιχειώδη καθαριότητα και ένδυση στους αιχμαλώτους του Αρκαδίου. Αφού έκλεισαν ένα χρόνο στη φυλακή οι αιχμάλωτοι ελευθερώθηκαν και πήγαν στα χωριά τους για να συνεχίσουν την κρητική επανάσταση.
Τη βαρβαρότητα της πολιορκίας αλλά και την απίστευτη φρίκη και σκληρότητα που βίωσαν οι αιχμάλωτοι τόσο κατά τη μεταφορά τους από το Αρκάδι στο Ρέθυμνο όσο και κατά τη διάρκεια της ενός έτους φυλάκισης τους, περιγράφουν με ανατριχιαστική σαφήνεια οι ίδιοι οι επιζήσαντες στις εκ των υστέρων μαρτυρίες τους που όχι μόνο προκαλούν ρίγη συγκίνησης αλλά και αποτελούν τα πλέον αδιάσειστα στοιχεία που συνθέτουν το παζλ της ιστορίας του ολοκαυτώματος της Ιεράς Μονής Αρκαδίου.
Όπως ήταν φυσικό και αναμενόμενο οι Τούρκοι θεώρησαν την άλωση του Αρκαδίου μεγάλη επιτυχία και την εόρτασαν πανηγυρικά με κανονιοβολισμούς. Αντίθετα, η συγκίνηση και η αγανάκτηση που προκάλεσε το γεγονός όχι μόνο στους Κρήτες και τους Έλληνες αλλά και σ’ ολόκληρη την Ευρώπη ακόμα και την Αμερική ήταν τόσο μεγάλη, ώστε μπορούμε να μιλάμε για ένα μεγαλειώδη αντίκτυπο των γεγονότων με σωρεία φιλελληνικών και φιλοκρητικών αντιδράσεων. Παντού, όπου υπήρχαν ομογενείς και άνθρωποι με φιλελεύθερο πνεύμα και ευαισθησία για τα δικαιώματα του ανθρώπου τελέσθηκαν μνημόσυνα υπέρ αναπαύσεως των ηρώων του Αρκαδίου, έγιναν έρανοι και γράφτηκε πληθώρα φιλελληνικών επιστολών και δημοσιευμάτων.
Πηγή: Άρθρο της αρχαιολόγου Στέλλας Καλογεράκη
Από το βιβλίο «ΑΡΚΑΔΙ – Το ιστορικό Μοναστήρι»
Σε απόσταση 23 χιλιομέτρων από το Ρέθυμνο στη Βορειοδυτική πλευρά του Ψηλορείτη και σε υψόμετρο 500 μέτρων από τη θάλασσα, βρίσκεται η ιστορική Μονή Αρκαδίου , το ιερότερο σύμβολο της Κρητικής λευτεριάς.
Είναι κτισμένη σε οροπέδιο , εκεί που ενώνονται οι επαρχίες Ρεθύμνης ,
Αμαρίου και Μυλοποτάμου.
Το Τοπίο συναρπάζει, γοητεύει και ξεκουράζει κάθε προσκυνητή ,
το οποίο και υποδέχεται καλοσυνάτα η Μονή .
Για την ίδρυση του μοναστηριού , δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες. Η παράδοση λέει πως θεμελιώθηκε από τον Ηράκλειο και ανοικοδομήθηκε απο τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Αρκάδιο τον 5ο μ.Χ. αιώνα από τον οποίο πήρε και το όνομα του.
Κατ' άλλη εκδοχή ιδρύθηκε απο κάποιο Μοναχό Αρκάδιο και γι αυτό ονομάστηκε Μονή Αρκαδίου.
Ο μεγαλόπρεπος δίκλυτος Ναός είναι αφιερωμένος στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα Χριστού και στον Άγιο Κωνσταντίνο και την Αγία Ελένη.
Στα 1866 απάνω ακούσετε ήντα έκαμε η Κρήτη
Στο σουλτάνο, το πόλεμο αρχίσανε στα τρία βηλαέτια
στο Ρέθεμνος και στα Χανιά και η στο Κάστρο μέσα.
Την Τρίτη το ξημέρωμα στις 8 Νοέμπρη μέσα ενεμαζώκτηκε
η Τουρκιά στα Αρκάδι γύρου γύρου, κι ήρθε ο Μουσταφά
Πασάς με 20 χιλιάδες κι από μακριά φωνάζουνε προδώσετε ραγιάδες.
Κι οι Κρητικοί τος είπανε καλώς ήρθατ’ Αγάδες σήμερα
θ’ ανταλάξουμε αντρίστικα τσι μπάλες, 259 Κρήτες επολεμούσανε
γυναίκες, γέροι και παιδιά φουσέκια εκουβαλούσαν.
Μηνά στο Ρέθυμνο ο Πασάς και φέρνουν τη μπουρμπάδα
εμάδιενε τα γένια του πως δε θα κάμει πράμα,
Και του Γουμένου εμήνησε να πα να προσκυνήσει το μοναστήρι
Άκαυτο αν θέλει να τ’ αφήσει.
Γιουρούσι κάνει η Τουρκιά απάνω στα τειχιά του με τα θεόρατα……….
Θρονιά ν’ ανοίξουν τα κελιά του. Τότε φωνάζει ο Γιαμπουδής Ηγούμενε εβλόγα
κι είπε ο θεός εβλογητός και άναψεν η φλόγα.
Και σέρνει τη μπιστόλα του από το σερακλίκι σαν αστραπή
την άδειασε στην μπαρουταποθήκη. Τρόχαλος έγινε
η μονή κι εσείστει ο Ψηλορείτης, κι οι Τούρκοι ακόμη τρέμουνε οντε
γρηκούνε ΚΡΗΤΗ.
(Δημοτικό Τραγούδι)
πηγή :
Τη χρονιά του 1866 το Αρκάδι θα γίνει ένας Θρύλος, μια ολοζώντανη Ιστορία , ένας φάρος άσβεστος, που θα φέγγει σε όλους τους αιώνες και θα διδάσκει τους Λαούς πόσο αξίζει , αλλά και πόσο στοιχίζει η Ελευθερία .
Διακόσια πενήντα χρόνια βρίσκονταν οι Τούρκοι στο πολύπαθο νησί της Κρήτης. Οι επαναστάσεις των Κρητικών πνίγονταν στο αίμα , όπως του 1770,1811,1821,1822,1828. και κάθε φορά η Κρήτη ντυνόταν στα μαύρα και φορούσε και μαύρο κεφαλομάντηλο. Σ' όλους αυτούς τους ιερούς αγώνες , πόθος του Κρητικού λαού ήταν η ένωση με τη μητέρα πατρίδα.
1η Μαΐου 1866
Χίλιοι Πεντακόσιοι Κρητικοί επαναστάτες συγκεντρώνονται στο ιστορικό μοναστήρι με αρχηγό τον Χατζή Μιχάλη Γιάνναρη , και αποφασίζουν να χτυπήσουν τον Τούρκο δυνάστη. Πρόεδρος της επιτροπής Ρεθύμνης , εκλέγεται ο Ηγούμενος της Μονής Χατζή Γαβριήλ Μαρινάκης, απο το χωριό Μαργαρίτες Μυλοποτάμου. Ο Ισμαήλ πασάς παραγγέλνει στον ηγούμενο να διώξει την Επιτροπή γιατί αλλιώς θα καταστρέψει το μοναστήρι. Ο Γαβριήλ γνήσιος απόγονος των πολεμάρχων της Κρήτης αρνείται. Το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου ο Πασάς ξαναμηνά , να φύγει η Επιτροπή, αλλά οι αγωνιστές , γαλουχημένοι απο τα νάματα του ¨Κρυφού σχολειού" και τραγουδώντας το τιμημένο τραγούδι "Πότε θα κάμει ξαστεριά...." περιφρονούν πάλι το βάρβαρο καταχτητή.
24 Σεπτεμβρίου 1866
Ο Συνταγματάρχης Πυροβολικού Πάνος Κορωναίος μαζί με τον ανθυπολοχαγό πεζικού Ιωάννη Δημακόπουλο απο την Βυτίνα της Αρκαδίας , αποβιβάζονται στο Μπαλί και αμέσως πηγαίνουν στο Αρκάδι για να βοηθήσουν τον αγώνα.
7 Νοεμβρίου 1866
Μέσα στο μοναστήρι βρίσκονται 964 ψυχές, 325 άνδρες απο τους οποίους ςίναι 259 με όπλα και τα υπόλοιπα γυναικόπαιδα . Ο Μουσταφά πασάς , που στο μεταξύ έχει αντικαταστήσει τον Ισμαήλ , ξεκινά απο το Ρέθυμνο με 15.000 ταχτικό στρατό και 30 κανόνια. Το πρωί της 8ης Νοεμβρίου , οι Τούρκικες ορδές βρίσκονται στο Αρκάδι και ορίζεται αρχηγός τους ο Σουλειμάν Βέης (γαμπρός του Μουσταφά) , ενώ ο ίδιος παραμένει στο χωριό Μέση .
Οι "Ελεύθεροι Πολιορκημένοι" κάνουν το σημείο του Σταυρό και ετοιμάζονται για τον άνισο αγώνα με τους άπιστους. Ο Ηγούμενος Γαβριήλ ιερουργεί τιμώντας τους Αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ και σαν θεματοφύλακας των ιερών και οσίων της Φυλής μας , εμψυχώνει το εκκλησίασμα να αντισταθεί μέχρι θανάτου στους "σκύλους" που περιφέρονται λυσσασμένοι έξω απο το Άγιο Μοναστήρι. Σε λίγο ο Σουλεϊμάν Βέης καλεί απο το λόφο Κορέ τους χριστιανούς να παραδοθούν . Την απάντηση όμως τη δίνουν τα τουφέκια των επαναστατών .
Το Ιερό λάβαρο της Μονής κυματίζει περήφανα μαζί με τη Γαλανόλευκη . Οι Τούρκοι μαζί με τα κανόνια τους χτυπούν αδιάκοπα τη δυτική πόρτα . Το πολύπρακτο Αρκαδικό δράμα έχει αρχίσει .
Οι γυναίκες που ήταν μέσα στο Μοναστήρι παίρνουν μέρος στον αγώνα και προσφέρουν ανεκτίμητες υπηρεσίες. "Διακόσιοι πενήντα εννιά Κρήτες επολεμούσαν γέροι, γυναίκες και παιδιά φυσέκια κουβαλούσαν....."
Οι πολιορκημένοι δεν αστοχούν με τα βόλια τους , έτσι οι Τούρκοι δεν μπαίνουν στο Αρκάδι. Η σκληρή μάχη συνεχίζεται όλη τη μέρα με πολλούς τούρκους νεκρούς. Η σκοτεινή βροχερή νύχτα που φθάνει , σωπαίνει τα όπλα . Η Θέση των πολιορκημένων χειροτερεύει , γιατί οι Τούρκοι φέρνουν απο το Ρέθυμνο δύο βαριά κανόνια και τα τοποθετούν στους στάβλους δίπλα στη Μονή.
Την ίδια νύχτα οι χριστιανοί στέλνουν στον Παπά Κρανιώτη , απο την Κράνα Μυλοποτάμου, και τον Αδάμ Παπαδάκη απο το Πίκρι Ρεθύμνου, στο Κλησίδι Αμαρίου , όπου βρισκόταν ο Πάνος Κορωναίος για να ζητήσουν βοήθεια. Το βράδυ της 8ης Νοεμβρίου η καμπάνα καλεί τους πιστούς για τελευταία φορά , στο θυσιαστήριο του Θεού και καταλαμβάνουν των αχράντων μυστηρίων .
Ξημερώνει η 9η Νοεμβρίου. Η μάχη αρχίζει με πολλή λύσσα . Τα κανόνια σφυροκοπούν την δυτική πόρτα , ασταμάτητα και τραντάζει συθέμελα το Μοναστήρι μέχρι που η πόρτα αποχωρεί. Οι άπιστοι ρίχνονται σαν τίγρεις να κατασπαράξουν το αθώο θήραμα.

"Γιουρούσι κάνει η Τουρκιά
απάνω στα τειχειά του
και μεταθέτουν τα θρονιά κι'
ανοίγουν τα κελιά του ..."

Οι τούρκοι μπαίνουν στο περίβολο της εκκλησίας και αρχίζει η γιγαντομαχία ανάμεσα στους υπερασπιστές της Λευτεριάς και στα ανθρωπόμορφα τέρατα που δεν σέβονται τίποτα ιερό στο τόπο του μοναστηριού. Ο Γαβριήλ , ο τιμημένος αυτός ρασοφόρος , συνεχιστής της δόξας και των μεγαλείων του ιερού μας κλήρου , δίνει θάρρος και με βροντερή φωνή καλεί τους Χριστιανούς , να πολεμήσουν μέχρι θανάτου, για του Χριστού την πίστη και για την ελευθερία της Πατρίδας . όσοι επιζήσουν , να τρέξουν στην μπαρουταποθήκη , στην Καστρινή πόρτα για να δώσουν φωτιά στο μπαρούτι, να καούν ζωντανοί , για να μην πιαστούν αιχμάλωτοι.

Σκηνές αλλοφροσύνης εκτυλίσσονται στο μοναστήρι . Δύσκολο πράγμα να περιγράψει κανείς τον ηρωισμό που έδειξαν οι "Ελεύθεροι Πολιορκημένοι" της Μονής Αρκαδίου. Είχαν νικήσει το θάνατο και αγωνίζονταν για τη πίστη τους , τη θρησκεία τους , την πατρίδα τους . Βραδιάζει και τα περισσότερα γυναικόπαιδα είναι συγκεντρωμένα στη Μπαρουταποθήκη . Ο Κωνσταντίνος Δημ. Γιαμπουδάκης , απο το Άδελε Ρεθύμνης με τη πιστόλα στο χέρι είναι έτοιμος . Περιμένει να ευλογήσει ο Ηγούμενος , αλλά και να μαζευτούν , πολλοί τούρκοι να τους πάρει κι αυτούς ο χάρος . Ο Ηγούμενος ευλογεί και τότε ο μάρτυρας της λευτεριάς κάνει το σταυρό του και ανάφτει τη "λαμπάδα" που θα συμβολίζει αιώνια τη δόξα του Αρκαδίου.
Μια θεώρατη λάμψη φάνηκε κι ένας τεράστιος κρότος ακούστηκε . Η λάμψη αυτή θα φωτίσει απο τη μια ως την άλλη της άκρη τη μαρτυρική Μεγαλόνησο, και ο Κρότος θα ξυπνήσει όλους όσους κοιμούνται ακόμη.
Το όραμα είχε συντελεστεί. Πέτρες, κορμιά , κεφάλια , βαρέλια και χώματα βρέθηκαν σ'ένα παράξενο ανακάτωμα , όπως μας λέει η λαϊκή μούσα:

"Σφαγή μεγάλη αρχινά, περίσσια φωνοκλήσι

ετούτ' η ώρα θ'ακουστεί σ' Ανατολή και Δύση.


Και μέσα στον αναβρασμό , που ο Χάρος εβρουχάτο


βροντή, σεισμός εγίνηκε , κι ο κόσμος άνω - κάτω


φωθιά, καπνός και κτήρια , κορμιά κομματιασμένα


άντρες και γυναικόπαιδα στα νέφελα ανεβαίνουν.


Τρόχαλος έγινε η Μονή κι' εσείστη ο Ψηλορείτης

κι' αντιλαλούνε τα βουνά κι απ' άκρου ως άκρου η Κρήτη"


Οι Τούρκοι, που στο μεταξύ έχουν εξαγριωθεί, σφάζουν όποιο βρίσκουν μπροστά τους . Το μοναστήρι είναι γεμάτο απο σκοτωμένους χριστιανούς και τούρκους. Ανεξάντλητοι οι αγώνες του Κρητικού λαού ,για λευτεριά και ανεξαρτησία , πλημμυρίζουν την ιστορία του νησιού , μα πάνω απ' όλους στέκεται η μεγάλη θυσία του Αρκαδίου. Το Αρκάδι είναι ένα φαινόμενο που λάμπει και διδάσκει όχι μόνο την έκταση, αλλά και με το ύψος του μεγαλείου του.
Το Αρκάδι παρέδωσε στις νεότερες γενιές ένα ολόφωτο στεφάνι, μια δόξα κι έναν έπαινο, αλλά και ένα χρέος , βαρύ και δυσβάσταχτο: Τούτο τον ιερό τόπο, που καθαγιάστηκε με αίμα των υπερασπιστών της Μονής , να τον φυλάξομε "σαν τα μάτια μας" και να φανούμε αντάξιοι , άν χρειαστεί και γνήσιοι απόγονοι των πολεμάρχων εκείνων .Χαρακτηριστική είναι η επιγραφή που διαβάζει ο ευλαβικός προσκυνητής του Αρκαδίου στη Μπαρουταποθήκη , η οποία δείχνει περίτρανα την αδούλωτη ψυχή του Κρητικού λαού.
ΑΡΘΡΟ ΑΠΟ ΤΗΝ "ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ" Μηνιαία Έκδοση του ΥΠ. ΔΗΜ. ΤΑΞΗΣ - ΤΕΥΧΟΣ 35 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 1986
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ : ΒΑΣΙΛΗ Κ. ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗ (Αστυνόμος 'Β)
"Αυτή η φλόγα π' άναψε μέσα εδώ στη κρύπτη
κι απάκρου σ' άκρο φώτισε τη δοξασμένη Κρήτη,
ήτανε φλόγα του Θεού μέσα εις την οποία
Κρήτες ολοκαυτώθηκαν για την Ελευθερία "