Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

2 Οκτωβρίου, Διεθνής Ημέρα Μη Βίας .Η Γέννηση της «Σατυαγκράχα » - αναζήτηση της Αλήθειας και της «Αχίμσα » - άσκηση της μη βίας από τον Ινδό ηγέτη Μαχάτμα Γκάντι .

















2 Οκτωβρίου, Διεθνής Ημέρα Μη Βίας .
Η Διεθνής Ημέρα Μη Βίας καθιερώθηκε στις 15 Ιουνίου 2007 με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ και γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 2 Οκτωβρίου, ημερομηνία γέννησης του Μαχάτμα Γκάντι (1869). Στόχος της γιορτής είναι να περάσει το μήνυμα της μη χρήσης βίας σε όλες τις ανθρώπινες εκδηλώσεις μέσα από την εκπαίδευση και την ενημέρωση της κοινής γνώμης.
ΠΗΓΗ: 


Η Γέννηση της «Σατυαγκράχα» και της «Αχίμσα» 
από τον Ινδό ηγέτη Μαχάτμα Γκάντι
Η τιτάνια θέληση του, λύγισε μια αυτοκρατορία, τη Βρετανική.
Η δράση και η σκέψη του θα σφραγίσει τρεις από τις σημαντικότερες επαναστάσεις του 20ου αιώνα. 
Εναντίον της αποικιοκρατίας, των φυλετικών διακρίσεων, 
και της μη βίας.
Με την ένθεη δύναμη της θέλησης και τη ζεστασιά της καρδιάς του,
πάλεψε τα ανθρώπινα πάθη του και βγήκε νικητής από την «αρένα» του
Είναι του! Ολόψυχα, χωρίς πισωγυρίσματα, τάχθηκε 
στον αγώνα του καιρού του. 
η φωτεινή πορεία που χάραξε η νιότη του, την είχε σταθερά μπροστά του και η ιδέα του σκοπού του ήταν το πολικό αστέρι που έλαμπε 
μεσ’ την οθόνη του νου του.
«Το καθήκον μου είναι διάφανο, σαν το φως του ήλιου» 
γράφει στην Αυτοβιογραφία του.



Στις 11 Σεπτεμβρίου 1906, θα μιλήσει για πρώτη φορά για την ιδέα της «Σατυαγκράχα*» - αναζήτηση της Αλήθειας και της «Αχίμσα*» - άσκηση της μη βίας. Τη θέτει σε εφαρμογή τον επόμενο χρόνο, όταν η Κυβέρνηση ζητά με νόμο, να εφοδιαστούν με δελτίο ταυτότητας όλοι οι κάτοικοι ασιατικής προελεύσεως. Ένα μέτρο που θεωρήθηκε, ότι παραβίαζε την ατομική αξιοπρέπεια.

Οι διαδηλωτές, σύμφωνα με τις αρχές της «Σατυαγκράχα» έπρεπε ν’ αρνηθούν την καταγραφή τους στα βιβλία της αστυνομίας, όμως να δεχθούν με ευπείθεια την φυλάκιση, αφού παραβίαζαν τον νόμο. Είχαν λάβει αυστηρές εντολές να μη κακοποιήσουν όσους ήθελαν να προσέλθουν για καταγραφή. Η κυβέρνηση μετά από μια σειρά προειδοποιήσεις, άρχισε τις συλλήψεις.

Οι κρατούμενοι, ανάμεσα τους και ο Γκάντι, γέμισαν τις φυλακές. Η κυβέρνηση βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Αναγκάστηκε να υποσχεθεί ότι, θα αρθεί ο νόμος, αν οι Ινδοί πήγαιναν αυθόρμητα να δηλώσουν τα ονόματα τους. Οι κρατούμενοι πίστεψαν την υπόσχεση της Κυβέρνησης και το έπραξαν, όμως ο νόμος δεν ανακαλέστηκε.

Η επιτυχία της διαδήλωσης έγινε γνωστή, ταυτόχρονα και το όνομα του Γκάντι, σε όλο τον κόσμο. Ο Γκοκχάλε, ο αρχηγός του Ινδικού Εθνικού Κογκρέσου, στην Ινδία, αρχίζει έκτοτε να παρακολουθεί προσεχτικά τις κινήσεις του. Διαδίδει τις ιδέες του Γκάντι και υποστηρίζει τις πρακτικές του.

Την εποχή αυτή ο Γκάντι εμπνέεται από το βιβλίο του Τολστόι, «ο Θεός είναι μέσα μας» και αρχίζει μια αλληλογραφία, με τον Ρώσο συγγραφέα. Ιδρύει μια νέα κοινότητα, την οποία ονομάζει προς τιμή του, «Φάρμα Τολστόι». Τα 50-60 άτομα που ζουν εκεί, έχουν κοινό συσσίτιο και μοιράζονται εξ ίσου, τα αγαθά της κοινότητα, σύμφωνα με τις ιδέες του ηγέτη τους.

Τον Οκτώβριο του 1912 επισκέπτεται την Ν. Αφρική και τη «Φάρμα Τολστόι» ο Ινδός πολιτικός Γκοκχάλες. Από την Κυβέρνηση θα δεχτεί τιμές και υποσχέσεις, για καλλίτερες συνθήκες των Ινδών. Οι υποσχέσεις όμως δεν είχαν κανένα αντίκρισμα. Απεναντίας, η κυβέρνηση ζητά από τους μετανάστες, των οποίων είχε λήξει η πενταετή τους σύμβαση εργασίας, να πληρώσουν ένα αρκετά μεγάλο ποσόν, αν ήθελαν να παραμείνουν, ως ελεύθεροι εργάτες. Μ’ αυτό τον τρόπο τους ανάγκαζε ουσιαστικά, να παραμείνουν σε ισόβια δουλεία ή παρά τη θέληση τους, να επαναπατρισθούν.

Η αδικίας της κυβέρνησης κορυφώνεται, με την εξαγγελία της ακύρωσης των γάμων, που δεν είχαν γίνει σύμφωνα με το τυπικό της χριστιανικής εκκλησίας. Μια ενέργεια που στρέφοντα κυρίως κατά των Ινδών, οι οποίοι παντρευόταν σύμφωνα με τη θρησκεία τους. Έτσι οι μέν γυναίκες, με την απόφαση αυτή, χαρακτηριζόταν παλλακίδες, τα δε παιδιά νόθα. Οι αδικίες είχαν συσσωρευτεί! Είχαν φέρει όμως στο πλευρό του Γκάντι και άλλες κοινωνικές ομάδες. Συμπορευόταν τώρα μαζί του οι μεταλλωρύχοι και οι γυναίκες.

Μια μαζική απεργία των μεταλλωρύχων και μια πορεία 6.000 αποφασισμένων Ινδών αρχίζει. Μια ομάδα, ανάμεσα τους και η γυναίκα του Γκάντι, Καστουρμπάϊ, προσπαθούν να περάσουν παράνομα, από το Ντάρμπαν στο Τράασβαλτ, με σκοπό να αναγκάσουν τις αρχές να τους συλλάβει. Όπως ήταν αναμενόμενο «οι πρωτοπόροι» έτσι έγιναν γνωστοί, συνελήφθησαν και κλείστηκαν στις φυλακές. Το παράδειγμα τους το ακολούθησαν και άλλοι, με μεγάλη συμμετοχή γυναικών.

Οι φυλακές γεμίζουν ξανά και η απεργία θορυβεί το Λονδίνο. Οι ανταποκριτές στέλνουν ευμενή σχόλια, στις εφημερίδες τους, για τους αποσκελετωμένους απεργούς και τον μικρόσωμο στρατηγό της ειρήνης.

Η ινδική κοινότητα, με την καθοδήγηση του Γκάντι, θα αντέξει όλες τις στερήσεις, τις τιμωρίες και τις φυλακίσεις, ακόμα και το εκτελεστικό απόσπασμα.

Ο Γκάντι θα γίνει τακτικός θαμώνας των φυλακών. Θα είναι όμως ένα πρότυπο κρατουμένου, ο οποίος προσφέρει τις υπηρεσίες του, σε όλους όταν τις χρειαστούν.

Στο τέλος, και μετά από πιέσεις της Ινδίας και της Αγγλίας, το 1914, η Κυβέρνηση της Νοτιοαφρικανικής Ένωσης, θα αναγκαστεί να κάμει σημαντικές παραχωρήσεις στις απαιτήσεις των Ινδών. Οι συνομιλίες γίνονται μεταξύ Γκάντι και του στρατηγού Γιαν Κρίστιαν Σμάρτς. Παρά τα αντίθετα συμφέροντα που εκπροσωπούν οι δυο άνδρες, ο Σμάρτς δηλώνει αργότερα: « Η μοίρα με προόριζε να είμαι αντίπαλος ενός ανθρώπου, για τον οποίο έτρεφα την πιο μεγάλη εκτίμηση»

Μετά την ανακωχή των δυο πλευρών, ο Γκάντι, μαζί με την οικογένεια του, θα επιστρέψει οριστικά στην Ινδία.

Τα γεγονότα που διαδραματίζονται στη Ν. Αφρική, οι αγώνες , οι νηστείες, οι φυλακίσεις, θα εξαγνίσουν την προσωπικότητα του Γκάντι. Θα τον βοηθήσουν να γίνει μια βαθιά μετάλλαξη μέσα του. Πολλοί είπαν ότι αυτά που έδωσε η Ν. Αφρική στο Γκάντι είναι πολύ περισσότερα, απ’ ότι αυτός της πρόσφερε, στην εικοσάχρονη παραμονή του εκεί. Το ομολογεί ο ίδιος: «Τώρα κατανοώ πως τα κύρια περιστατικά που έζησα με οδήγησαν με ένα μυστικό τρόπο στην «Σατυαγκράχα», στην αναζήτηση της Αλήθειας».

Ο άτολμος δικηγόρος επιστρέφει στην Ινδία ως «Μαχάτμα»

Στην Ινδία τον υποδέχονται ως μια εξέχουσα προσωπικότητα. «Σε χαιρετώ, Μεγάλη Ψυχή» θα πει ο ποιητής Ταγκόρ και το πλήθος του κόσμου τον επευφημεί. Θα παραμείνει όμως μακριά από την πολιτική δράση για τρία χρόνια. Περιοδεύει στην Ινδία και προσπαθεί να μάθει από τους απλούς ανθρώπους, την κατάσταση που επικρατεί στην χώρα.

Αρχίζει ένα νέο αγώνα όταν οι Άγγλοι, με το νομοσχέδιο Ράουλατ (Rowlatt) εξουσιοδοτούν τις αστυνομικές αρχές, να φυλακίζουν όσους θεωρούσαν ύποπτους για ανταρσία.

Στις 28 Φεβρουαρίου του 1919 ο Γκάντι προσκαλεί είκοσι προσωπικότητες από την Ινδική κοινότητα και με όρκο εγκαινιάζουν μια μεγάλη εκστρατεία της «Σατυαγκράχα». «Διακηρύσσουμε με τον πιο επίσημο τρόπο, ότι σε περίπτωση που τα νομοσχέδια γίνουν νόμοι και έως ότου καταργηθούν, θα αρνηθούμε στους νόμους αυτούς κάθε πολιτική υπακοή, καθώς και σε όλους τους άλλους νόμους, που η επιτροπή θα κρίνει αργότερα, ότι πρέπει να απορριφθούν. Διακηρύσσουμε ότι στον αγώνα μας θα ακολουθήσουμε πιστά την αλήθεια και θα απόσχουμε από πράξεις βίας σε βάρος προσώπων και πραγμάτων».

Για πρώτη φορά θα εφαρμοστεί η «Σατυαγκράχα» σε έδαφος της Ινδίας. Σύμφωνα με τις υποδείξεις του εμπνευστή της, η τακτική ήταν: Να επιδιώκει κανείς την επανόρθωση της αδικίας, χωρίς να προξενήσει βία και να αισθανθεί μίσος για τον αντίπαλο. Το άτομο αντιστέκεται στους άδικους νόμους, χωρίς όμως να αντιδρά στις ποινές που επιβάλλονται σ’ όποιον τους παραβαίνει. (Είναι ένας ασύλληπτος, εύστροφος και επιτυχής συνδυασμός νομιμότητας και παρανομίας).

Στους απεργούς ο Γκάντι αναλύει τις προϋποθέσεις για την επιτυχή έκβαση του στόχου τους: 1) Σε καμιά περίπτωση προσφυγή στη βία, 2) καμιά κακοποίηση απεργοσπαστών, 3) δυσπιστία στις προσφορές και στις ελεημοσύνες, 4) καμιά υποχώρηση όσο κι αν κρατήσει η απεργία. Για να εξοικονομούν οι απεργοί τα αναγκαία για τη συντήρηση τους, έπρεπε να το κάνουν με οποιαδήποτε άλλη έντιμη εργασία.

Η πράξη αυτή προκαλεί πολιτικό σεισμό. Την άνοιξη του 1919 η Ινδία συγκλονίζεται από ένα ανέλπιστο ξύπνημα. Οι Άγγλοι αντιδρούν με άγριες συμπλοκές.

Εξουσιοδοτούν τον διοικητή της φρουράς, στρατηγό Ντάϊερ, να κατευνάσει το απεργιακό κύμα. Ο στρατηγός διατάσσει, τους 50 στρατιώτες του, να ανοίξουν ασταμάτητο πυρ, εναντίον των 10.000 χιλιάδων ατόμων που βρισκόταν συγκεντρωμένοι, σε ένα κλειστό σχετικά χώρο. Τετρακόσιοι Ινδοί σκοτώνονται, στην καθιστική ειρηνική διαδήλωση στο Αμριτσάρ και 1400 τραυματίζονται.

Η βία που έχει ξεσπάσει αναγκάζει τον Γκάντι να αναστείλει την απεργία. Περίλυπος, επισκέπτεται το τόπο της τραγωδίας και ανακοινώνει πέντε μέρες απεργία πείνας, για εξιλέωση και καθαρμό. Τα γεγονότα στο Αμριτσάρ τον απομακρύνουν οριστικά από τους

Μακράκη Σοφία .www.patris.gr